- προκαταναλίσκω
- προκατανᾱλίσκω,A squander beforehand,
τὰ ἐφόδια Satyr.20
; π. τινὰ ταῖς βασάνοις use him up before with . . , Posidon.36J.:—[voice] Pass., D.H.3.44.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
τὰ ἐφόδια Satyr.20
; π. τινὰ ταῖς βασάνοις use him up before with . . , Posidon.36J.:—[voice] Pass., D.H.3.44.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
προκαταναλίσκω — Α 1. καταναλώνω, ξοδεύω εντελώς εκ τών προτέρων 2. μτφ. φθείρω εντελώς («προκαταναλίσκειν τινὰ ταῑς βασάνοις», Ποσειδ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + καταναλίσκω «καταναλώνω, ξοδεύω, φθείρω»] … Dictionary of Greek